Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017




Εγώ, όταν θα μεγαλώσω

 θα γίνω Σεπτέβρης, έλεγε ο Αύγουστος


 Έβρεξε δω λιγάκι.

 Δοκιμαστικά σαν έλεγχος

 αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις. 

Όπως χτυπάνε κάθε τόσο ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά, 

αν λειτουργεί καλά ο τρόμος του πολέμου. 

Ελάχιστη βροχή,

 ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του 

το χώμα τη σταγόνα

 -καθώς δοκιμαστής κρασιών-

 μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά 

παραπονιάρα να τριφτεί

 πάνω στα περιβόλια.


 Δέναν οι παραθεριστές 

στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα, 

μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.

 Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια 

κοιτώντας τα τροχόσπιτα

 στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου. 

Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους,

 μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς, 

κουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω, 

νάιλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι. 

Λοξά στημένη 

νανούριζε τα τέλια της 

μια κιθάρα ηλιοκαμένη. 


Ευτυχώς βελτιώθηκε

 το βιοτικό επίπεδο της βάρκας

 Γίνανε βάρκες κατοικίδιες

 -αστυφιλία των σκαριών. 

Αστραφτερές, εξωλέμβιες, 

πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες,

ακολουθούν τ’ αφεντικά τους, 

σκυλάκια ράτσας χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.

 Γαύροι πηδάνε κατά πάνω, 

μια τελευταία ασημένια περιέργεια. 


Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά 

γι’ αυτό το "προς το τέλος".

 Αν έχει ξαστεριά 

θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι. 


Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο. 

Μήπως και ξαναβρέξει. 

Να σε ξεπλύνω λίγο. 

Είσαι μες την αλμύρα και τ’ αλάτια

 από τότε που ήμουνα θάλασσα. 

Κική Δημουλά / Βροχή επιστροφής


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου