Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

Σκέψεις




«Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο»

Νίκος Γκάτσος, Ο εφιάλτης της Περσεφόνης



 Αν ως χούντα ορίζεται ένα καθεστώς το οποίο διαμορφώνεται από μια μικρή ομάδα ανθρώπων και επιβάλλεται βίαια σε μια ολόκληρη κοινωνία, αφαιρώντας της το δικαίωμα άλλης επιλογής και αντίδρασης, τότε ίσως πρέπει να αναρωτηθούμε γύρω από την πολυσυζητημένη έννοια της σημερινής «οικονομικής χούντας».

Προτείνω να αφαιρέσουμε την προϋπόθεση της στρατιωτικής επιβολής μιας χούντας, διότι τα «όπλα» στους καιρούς μας είναι ποικίλα, και αυτό διαφοροποιεί και το «πρόσωπο» του εν λόγω ανελεύθερου καθεστώτος, που ενδέχεται και να μην καταλάβει ποτέ θέση πολιτικής εξουσίας σε μία χώρα, αλλά κατ’ ουσία να εξουσιάζει αντιστοίχως ανελεύθερα τις ζωές μας, συχνά δίχως καν να το υποψιαζόμαστε, εγκλείοντας τους «αντιφρονούντες» στο περιθώριο –πολιτισμικό, θρησκευτικό, κοινωνικό, εργασιακό κλπ. 

Μήπως, λοιπόν, πρέπει να αναρωτηθούμε αν η μακρά περίοδος της ευμάρειας ήταν μια άλλης μορφής χούντα στην οποία μάλιστα υποταχτήκαμε άνευ όρων, διότι μας βόλευε, χάιδευε τις αισθήσεις μας, αύξαινε ακατάσχετα τις επιθυμίες μας και μας επέτρεπε να ικανοποιούμε το υλιστικό μας όνειρο με χρήματα τρίτων, αφαιρώντας μας μέσα στα πλαίσια αυτής της ιλιγγιώδους ηδονής, την ικανότητα να αναρωτηθούμε, τη δυνατότητα να σκεφτούμε, το θάρρος να αντιδράσουμε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη του ονείρου και της υλοποίησής του, εν τέλει την προϋπόθεση της ενηλικίωσης;

Μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε αν ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώθηκε και επιβλήθηκε το καθεστώς των ΜΜΕ ήταν επίσης μια άλλη χούντα, η οποία έδινε την πληροφορία που ήθελε, προωθούσε αυτούς που την υπερασπίζονταν, απέκλειε ό, τι δεν την βόλευε, και ταυτόχρονα μας σέρβιρε το αστραφτερό μοντέλο μιας ζωής ως καθημερινό φαγητό, μόλυνε ύπουλα το όνειρο που οφείλει καθένας στον εαυτό του με συλλογικά συσκευασμένα πακέτα ευτελούς περιεχομένου απελπιστικά ίδιου για όλους προς κατανάλωση, μετατρέποντάς μας από ενεργητικούς πολίτες σε παθητικά απονευρωμένα ζωντανά;

Μήπως ακόμα να αναρωτηθούμε για την χούντα της θεσμικής Εκκλησίας που διαστρεβλώνοντας το κήρυγμα της αγάπης του Χριστού, εξάντλησε τον λόγο ύπαρξή της στην επίδειξη πλούτου, στο κήρυγμα ηθικών επιταγών και στον ευνουχισμό των πιστών προς κραταίωση της εξουσιαστικής ισχύος της που μέσω απάνθρωπων επιταγών συνέθλιβε όχι μόνο λαϊκούς, αλλά και κληρικούς που προσέτρεξαν σ’ αυτήν από αγάπη στον Χριστό;

Να αναρωτηθούμε και για τη χούντα της μόδας, του life style, αλλά και του εξισωτικού «προοδευτισμού», που προέκριναν την μαζική απομίμηση ενός τρόπου ζωής όχι μόνον πολύ ακριβοπληρωμένου για τα μέτρα μας, αλλά κυρίως ξένου προς τον εαυτό μας, ισοπεδωτικού των αξιών και της ιστορίας μας, του ουσιαστικού προσανατολισμού μας που συνίσταται στην πνευματική μας ανύψωση, προκειμένου να μας μεταποιήσει σε επιφανειακούς αντιγραφείς προτύπων άφυλων, ακαλλιέργητων, ρηχών, ισωπεδώνοντας τεχνηέντως την ιδιοπροσωπία μας μαζί με τη δυνατότητα προσωπικής επιλογής, τη σύνδεση με τις ρίζες μας και εν τέλει την ταυτότητά μας; 

Η οικονομική χούντα που συνειδητοποιούμε σήμερα οι περισσότεροι, -κι αυτό διότι τραυματίζει το τελευταίο οχυρό της ύπαρξής μας που είναι αυτή καθ’ εαυτή η επιβίωσή μας-, κατά τη γνώμη μου είναι η τελευταία από όλες τις προαναφερθείσες και συνέπεια όλων αυτών και  όσων άλλων αντίστοιχων διείσδυσαν δόλια και ύπουλα στα κύτταρά μας ως πλέον ευχάριστες και ανώδυνες και που κατάφεραν να μας διαμορφώσουν σε διαστρεβλωμένα συμφεροντολογικά ανθρωπάρια. Την θέση της ύπαρξης κατέλαβαν όντα που εξέπεσαν στην ανυπαρξία καθώς μεταβίβασαν την ευθύνη της σκέψης, των αισθημάτων και των ονείρων τους σε άλλους διαχειριστές. Παραδοθήκαμε και υποταχτήκαμε στη χούντα της ανυπαρξίας, που τα πρόσωπά της ήταν πολλά και ενίοτε άκρως ελκυστικά, οι μέθοδοί της υπόγειες και χρυσωμένες, στόχοι της η εγκαθίδρυση της εξουσίας της και ο πλουτισμός της μέσω του ευνουχισμού της κοινωνίας μας.

Από τη στιγμή που η παρούσα οικονομική χούντα άρχισε να μας αφυπνίζει, τής οφείλουμε μεγάλη χάρη, αν θέλουμε να ξαναδούμε απ’ την αρχή όλες όσες προηγήθηκαν και στις οποίες ξεπουλήσαμε με αβάσταχτη ελαφρότητα την ακροβασία που οφείλουμε στη ζωή και το πιο ακριβό μας όνειρο.

Από τη στιγμή που πλέον καταρρέει το τελευταίο οχυρό της ανυπαρξίας, οφείλουμε να ξεκινήσουμε απ’ την αρχή, αφού πρώτα αντικρίσουμε ψύχραιμοι και θαρραλέοι τα συντρίμμια μας. Ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε να υπάρχουμε με όλο μας το είναι αφού πρώτα το ξαναχτίσουμε, όλη μας τη σκέψη αφού την ξεσκουριάσουμε και τη θρέψουμε, με όλο μας το αίσθημα που θα ξεσκαρτάρουμε από τους γλυκερούς συναισθηματισμούς, με όλη μας τη δημιουργικότητα. 

Έτσι θα γίνουμε όχι πλούσιοι σε χρήμα, αλλά πλούσιοι σε επίγνωση, ανδρεία, δικαιοσύνη, ανθρωπιά και πνεύμα αδάμαστο, πλούσιοι σε ύπαρξη. Γιατί η ύπαρξη έναντι της ανυπαρξίας, είναι μια βαθιά δημοκρατική συνθήκη, ως σκεπτόμενη και διαλεκτική, ως αποτέλεσμα γνώσης. Είναι άκρως προσωπική και συνίσταται στην ιδιοπροσωπία του καθενός μας χάριν του συνόλου και του ατόμου, συγκρουόμενη και ειρηνεύουσα, πολέμια και συμφιλιωτική. Μάχιμη με οδηγό της το πνεύμα της ειρήνης.

Βασιλική Νευροκοπλή
Πηγή: Aντίφωνο





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου