Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Απόψεις...




«Πάει πια ο καιρός της απάτη.  Το κομψό ψέμα μας παράτησε»  

Γ. Σαραντάρης

Ένας από τους πνευματικούς ανθρώπους, του οποίου η απουσία ήταν νομίζω πολύ σημαντική κατά τη θλιβερή για την κοινωνική μας συνείδηση τελευταία τριακονταετία, ο 'Αγγελος Τερζάκης, έλεγε πως ένα καθεστώς κρίνεται από το είδος των πολιτών που ενθαρρύνει. Ενθαρρύνει δηλαδή τους καλύτερους ή τους χειρότερους; Φυσικά, δεν εννοούσε τους καλύτερους ή τους χειρότερους ανθρώπους (επ' αυτού αρμόδιοι είναι μάλλον εκείνοι οι χολερικοί επιφυλλιδογράφοι που κρίνουν και κατακρίνουν τους πάντες, πλην του αθώου εαυτού τους βεβαίως) αλλά τους καλύτερους και τους χειρότερους πολίτες. Πέρα από κάθε υποκρισία και χωρίς διάθεση να αποθέσουμε σε κάποιον αποδιοπομπαίο τράγο τις ευθύνες, είναι φανερό ότι το μεταπολιτευτικό καθεστώς κανάκευε και ενθάρρυνε, με κάθε τρόπο, άλλοτε σιωπηλά και άλλοτε εν χορδαίς και οργάνοις, όσους «πολίτες» είχαν ελαστική ή και στρεβλή αντίληψη των ατομικών δικαιωμάτων και των κοινωνικών υποχρεώσεων. Ο λόγος ήταν φανερός: το καθεστώς αυτό δεν ήθελε πολίτες, δεν ήθελε καν πελάτες, όπως παλαιότερα. Ήθελε απλώς συνενόχους. Κάπως έτσι ετέχθη ο μεταπολιτευτικός μαζάνθρωπος.

Ο «μαζάνθρωπος» αυτός εμφανίζεται με λαμπρότητα στην Ελλάδα το 1974, και από το 1981 γίνεται κυρίαρχος στο δημόσιο βίο, στην πολιτική ζωή και την πολιτισμική σκηνή. Ας μην επιχαίρουν με αυτή την παρατήρηση οι νοσταλγοί του .αυταρχισμού και της πατριδοκαπηλίας. Και ας μη σπεύσουν να αγανακτήσουν οι ιδιοτελείς και οι αλλοτρίοις εξόδοις «προοδευτικοί». Διότι ο μαζάνθρωπος αυτός εκυοφορείτο κατά την προηγηθείσα τεσσαρακονταετία, ειδικά μετά την επικράτηση από το 1935 (με το τέλος της πρώτης, έστω ελλειμματικής, δημοκρατίας), της πιο αμόρφωτης και της πιο υποκριτικής πλευράς της νεοελληνικής καθυστέρησης. Από τότε, νομίζουμε, πρέπει να ανιχνεύσει κανείς την επιβολή ενός υβριδίου που σφετεριζόταν την παράδοση αλλά αγνοούσε την αλήθεια της ψυχής μας, που ανέμιζε γαλανόλευκες αλλά πίσω απ' αυτές έκρυβε τα ράκη μιας οθωμανικής κακογουστιάς ή ακόμη χειρότερα, τις έκανε κουρτίνες για να διενεργεί πίσω απ' αυτές τις ποικίλες ανομίες της.

Αφού η εθνική ιδέα προδόθηκε από τους φαρισαίους προμάχους της, από τους μεταπράτες και τους κερδοσκόπους κάθε όσιου και ιερού (που έκρυβαν πίσω από τα τρίπτυχα της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας, τα απωθημένα ή την άγνοιά τους για τη γνήσια ελληνικότητα που είναι πίστη στην ομορφιά και στην τραγικότητα της ύπαρξης), επόμενο ήταν να εμφανιστεί ως «απελευθέρωση» η μεταπολιτευτική ασυδοσία. Κατανοητό. Αυτό που δεν κατανοείται όμως είναι πώς, ακόμη και σήμερα, μετά από τόσες διαψεύσεις και τόσες αποκαλύψεις, τα πολιτικά τέκνα όσων εγκατέλειψαν την Κύπρο και όσων διέλυσαν την παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας, αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους και παραδίδουν μαθήματα «εξόδου από την κρίση» παρέα με κεφαλαιοκράτες, εργολάβους και μεγαλοεκδότες που αντί να δεχθούν να αναλάβουν το μερίδιο των θυσιών που τους αναλογεί, για να βγει η πατρίδα από μια δραματική κατάσταση (στην οποία αυτοί την περιέφεραν), αγωνιούν μόνο για το πώς θα διατηρήσουν τα κεκτημένα τους ή και θα διευρύνουν με κάθε τρόπο το καθεστώς ανομίας τους.

Παρασιτικός και αντικοινωνικός ο μεταπολιτευτικός μαζάνθρωπος που δοξάστηκε ως ένστολος των κομματικών στρατών, είναι πλέον επιζήμιος για αυτό το καθεστώς. Τα δήθεν εκσυγχρονιστικά μέσα ενημέρωσης εκστρατεύουν τώρα εναντίον του -αν και χωρίς αυτόν δεν θα υπήρχαν. Ζούμε ουσιαστικά, με αφορμή το «μνημόνιο», έναν εμφύλιο ανάμεσα στις κάστες του μεταπολιτευτικού καθεστώτος. Για τούτο και θα ήταν εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης να πάρουμε θέση ανάμεσα στη διαμάχη των λαθρεμπόρων (των κομμάτων και του τύπου) και των συνδικαλιστών του δημόσιου τομέα.

Το μεταπολιτευτικό καθεστώς κανάκευε και ενθάρρυνε, με κάθε τρόπο, άλλοτε σιωπηλά και άλλοτε εν χορδαίς και οργάνοις, όσους «πολίτες» είχαν ελαστική ή και στρεβλή αντίληψη των ατομικών δικαιωμάτων και των κοινωνικών υποχρεώσεων. Ο λόγος ήταν φανερός: το καθεστώς αυτό δεν ήθελε πολίτες, δεν ήθελε καν πελάτες, όπως παλαιότερα. Ήθελε απλώς συνενόχους. Κάπως έτσι ετέχθη ο μεταπολιτευτικός μαζάνθρωπος. Δεν μας εμπνέει η «μετάνοια» των μεν  και δεν μας πείθει ο «ηρωισμός» των δε. Είναι εξίσου ανυπόφοροι, πολιτικά και αισθητικά. Διότι «όλοι μαζί τα φάγανε». Και όλοι μαζί θεωρούσαν, μέχρι χτες, φυσικό το σύστημα της καλοπέρασης, χωρίς να στοχάζονται για τις συνέπειες. Μαζί γέννησαν τον ανθρωπολογικό τύπο που απαιτούσε μόνο τα οφέλη της υλικής ανάπτυξης σαν να επρόκειτο για φυσικά δικαιώματα, χωρίς να αποδέχεται όμως και το κόστος.

Να ζεις στη «μεταπολίτευση» σήμαινε να μην έχεις όρια, να μη λογαριάζεις τον άλλο παρά στα μέτρα της συνενοχής. Σε ένα τέτοιο κόσμο πώς θα τολμούσε να αναμιχθεί με τα κοινά ο εξαιρετικός; Ποιος θα έλεγε προς τους πολίτες (και δεν θα εθεωρείτο γραφικός) να αναλάβουν το πεπρωμένο τους και το ανάλογο κόστος μιας ακέραιης ζωής; Ποιος τολμούσε να πει πως η ζωή έχει νόημα μόνο στην υπηρεσία του άλλου, στην υπηρεσία ενός σκοπού; Το υπηρετείν ήταν μια πρόφαση συνωμοσίας, όχι μια διακονίαΛαός που αρέσκεται να λατρεύει ναυάγια και δεν εννοεί να διαλέξει άλλη μοίρα, λαός που επιμένει να σέρνει τη χαμοζωή του χειροκροτώντας τους παλιάτσους των κομμάτων (που ξέρουν καλά να αλλάζουν μάσκες και ρόλους), δεν μπορεί να έχει μέλλον. Η «μεταπολίτευση» βρίσκεται ήδη πάνω σε ένα βάθρο που τρίζει. Κάποιος θα πρέπει να βρει τη δύναμη το ταχύτερο δυνατό να κλωτσήσει αυτό το βάθρο. Διότι η εικόνα στο βάθρο αυτό μπορεί σύντομα να αλλάξει. Και τότε θα είναι αργά. Κι ίσως το κορμί της κρεμασμένης που θα αιωρείται πάνω από το κενό να μην είναι πια το πτώμα της «μεταπολίτευσης» αλλά το άψυχο κορμί της ίδιας μας της πατρίδας...


 Κώστας Χατζηαντωνίου  / manifesto τεύχος 25 Mαϊος 2011


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου