Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Κυριακή 8 Μαρτίου 2020




"Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.

 Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα. 

 Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία 

Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα. 


 Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου. 

Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.

 Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,

 για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.


 Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι. 

Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο. 

Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι, 

 που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;


 Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι. 

Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.

 Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι, 

 πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα. 


 Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει. 

 Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ’ είδες; 

Στην άμμο πάνω σ’ είχα ανάστροφα ζαβώσει 

τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες. 


 Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό. 

Κοντά σου ναύτες απ’ την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν. 

Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό

 έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.


 Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο. 

Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα. 

Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω 

ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα."


Νίκος Καβαδίας / Γυναίκα



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου