Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Ασκήσεις αναπνοής







Εδώ και κάμποσο καιρό, 

γράφω και ξαναγράφω ένα γράμμα

που ο παραλήπτης είναι

η μητέρα των φόβων μου,

προσπαθώ με δάκρυα και γέλια να της εξομολογηθώ

την καθημερινή μου ζωή και να ,

ήρθε η ώρα,

το πήρα απόφαση,

θα της γράψω για τους δρόμους που δεν πέρασα,

για κείνη τη βροχή

που δεν δρόσισε την αυλή των ματιών μου,

θα της πω για τα όνειρα που μεγαλώνουν,

που μεγαλώνουν και φωτίζουν το ταβάνι μου,

για τις σκιές πέρα από τα παράθυρα

που ‘ναι στα κάγκελα αραγμένες

και παίζουν σκάκι στα πλακάκια,

θα της γράψω πως τρέμουν τα χέρια μου κάθε φορά

που πάω να υπογράψω,  μια σύμβαση για δουλειά,

πόσο αβέβαιος νιώθω από τη στιγμή που έφυγες

για το καινούργιο σου λιμάνι,

ότι τα σύννεφα πολλές φορές μοιάζουν σαν αληθινά,

θα της γράψω ότι σ’ αυτόν τον τόπο που ζω

ακόμη και η θλίψη μου κλαίει,

πως τη νύχτα τα ρολόγια σταματούν το τικ τακ

και ξεκινούν σαν μπάντα του δρόμου να παίζουν

μουσική στον ρυθμό της καρδιάς μου,

ναι, επιτέλους, πήρα το θάρρος να της γράψω,

να της το ταχυδρομήσω,

αλλά φοβάμαι,

πολύ το φοβάμαι,

πως το γράμμα θα έλθει σε μένα.


Ανδρέας Τσιάκος







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου