Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Τρίτη 27 Αυγούστου 2019




Δέξου το φιλί αυτό στο μέτωπο!
Και, φεύγοντας μακριά σου τώρα,
Έτσι άφησέ με να ομολογήσω-
Ότι δεν έχεις άδικο, εσύ που θεωρείς
Ότι οι μέρες μου υπήρξαν ένα όνειρο:
Κι όμως κι αν η ελπίδα έχει πετάξει μακριά
Σε μια νύκτα, ή σε μια μέρα,
Μέσα σε μια οπτασία, ή σε καμιά
Είναι ως εκ τούτου λιγότερο χαμένη;
Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
Δεν είναι παρά ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο.

Στέκομαι μεσ' το βρυχηθμό
Μιας κυματοδαρμένης ακτής,
Και μεσ' το χέρι μου κρατώ
Κόκκους απ’ τη χρυσαφένια άμμο-
Πόσο λίγοι! Κι όμως πώς γλιστρούν
Μεσ’ απ’ τα δάκτυλα μου προς την άβυσσο,
Ενώ θρηνώ- ενώ θρηνώ!
Ω Θεέ! Δεν μπορώ να τους συγκρατήσω
Με μια πιο σφιχτή λαβή;
Ω Θεέ! Δεν μπορώ να γλιτώσω
Μονάχα έναν απ’ το ανηλεές κύμα;
Είναι όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε
μόνο ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο;

Edgar Allan Poe / Όνειρο μέσα στο όνειρο





Δεν ήταν άλλη η αγάπη μας
έφευγε ξαναγύριζε και μας έφερνε
ένα χαμηλωμένο βλέφαρο πολύ μακρινό
ένα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στο πρωινό χορτάρι
ένα παράξενο κοχύλι που δοκίμαζε
να το εξηγήσει επίμονα η ψυχή μας.

αγάπη μας δεν ήταν άλλη ψηλαφούσε
σιγά μέσα στα πράγματα που μας τριγύριζαν
να εξηγήσει γιατί δε θέλουμε να πεθάνουμε
με τόσο πάθος.

Κι αν κρατηθήκαμε από λαγόνια κι αν αγκαλιάσαμε
μ᾿ όλη τη δύναμή μας άλλους αυχένες
κι αν σμίξαμε την ανάσα μας με την ανάσα
εκείνου του ανθρώπου
κι αν κλείσαμε τα μάτια μας, δεν ήταν άλλη
μονάχα αυτός ο βαθύτερος καημός να κρατηθούμε
μέσα στη φυγή.

Γιώργος Σεφέρης / Η φυγή



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου