Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016










Ένας αλλοπαρμένος
 Αιώνια ετοιμόγεννος κόσμος


 Με γυροφέρνει και τον γυροφέρνω

 
Όσο κι αν προσπαθώ

 
Με γυμνές φλόγες να τον κάψω

 
Με μαρμαρώνει ανικανοποίητο 


Στις πηγές του να πίνω και να μην ξεδιψώ 

Να συνεχίζω περίτρανα να τον πολεμώ 

Και να μετατρέπομαι σε φύλακα δικό του 


 Ένας αλλοπαρμένος 
Αιώνια ετοιμόγεννος κόσμος
 

Με γυροφέρνει και τον γυροφέρνω 


Έχω μάθει από παιδί να τον αναγνωρίζω 

Με το σώμα μου που ερημώνει


 Μέσα στις φιλοτεχνημένες οάσεις του 


Στα ηδονισμένα πρόσωπα που ξεφτίζουν 

Μόλις πας τρεκλίζοντας να τ’ ακουμπήσεις 


 Ένας αλλοπαρμένος
 Αιώνια ετοιμόγεννος κόσμος
 

Με γυροφέρνει και τον γυροφέρνω 


Θα με αναγνωρίσετε φίλοι μου και οχτροί μου; 

Φωτογραφίζουμε μαγεμένοι τα ηλιοβασιλέματα στη μαύρη αγκαλιά του 

Φτιάχνουμε με προσοχή υπέροχα ψηφιδωτά 

στη δικιά του κινούμενη άμμο 

Φιλιόμαστε παθιασμένα στα χρυσαφένια δειλινά που σκεπάζουν
 

Τις επιθανάτιες κραυγές και τους κουφούς πόνους 

Και γινόμαστε εδώ και τώρα
 

Τα δικά του σκόρπια αγάλματα 

που απ’ το ξημέρωμα ψάχνουν και ψάχνουν 

Με λαξευμένη τη θλίψη και το χαμόγελό τους
 

Χώρο και χρόνο για να στοιβάζονται τα σμπαράλια τους
 

Για να ανατέλλει και να γεννάται αιώνια
 

Ο αλλοπαρμένος μας κόσμος


Lucifugo, a diavolo in corpo, Μέρες Γιορτής
Το Κόσκινο / 21-12-2015









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου