Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Παρασκευή 17 Απριλίου 2020



- Γιέ μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου πουλάκι της φτωχιάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου.
- Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω και δε σαλεύεις δε γροικάς τα που πικρά σου λέω; 
- Δε μου μιλείς κ’ η δόλια εγώ τον κόρφο, δες, ανοίγω και στα βυζιά που βύζαξες τα νύχια, γιε μου, μπήγω.
- Σήκω, γλυκέ μου, αργήσαμε, ψηλώνει ο ήλιος, έλα και το φαγάκι σου έρημο θα κρύωσε στην πιατέλα.
- Και γω θα καρτεράω σκυφτή βραδί και μεσημέρι ναρθεί ο καλός μου, ο θάνατος, κοντά σου να με φέρει.
- Πού πέταξε τ’ αγόρι μου; Πού πήγε; Πού μ’ αφήνει; χωρίς πουλάκι στο κλουβί, χωρίς νεράκι η κρήνη.
- Ω, Παναγιά μου, αν ήσουνα, καθώς εγώ, μητέρα βοήθεια στο γιο μου θα ‘στελνες τον Άγγελο από πέρα.
- Τώρα τα μάτια σου έκλεισαν και γω κλείστηκα απ’ έξω κι ούτε έχω πέτρα να σταθώ και δρόμο πια να τρέξω.
- Γιε μου, αν πονάς την ορφανή που στέκει έξω από τη θύρα άνοιξε τα ματάκια σου και μια στιγμούλα τήρα
- Αχ, γιε μου, γιε μου, γιόκα μου, δε δύναμαι άλλο η έρμη χτυπούν, χτυπούν τα δόντια μου σα να με πιάνει θέρμη
- Βασίλεψες, αστέρι μου, βασίλεψε όλη η πλάση κι ο ήλιος, κουβάρι ολόμαυρο, το φέγγος του έχει μάσει.
- Γλυκέ μου εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι. Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε…
Επιτάφιος / Γιάννης Ρίτσος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου