Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

...

"Ήθελε να ήταν ζωγράφος, 

για να ζωγραφίζει μόνο τα χέρια της.

 Τα ταξίδια που δεν έκανε. 

Πράγματα που δε λέγονται -δεν εξηγούνται. 


 Πέρασαν τα χρόνια...

 Ύστερα από οχτώ χρόνια έμαθε πως το τηλέφωνο της, 

εκείνο το βράδυ ήταν χαλασμένο.

 Έψαξε -τίποτα κάτω από τις λέξεις... 


 Τελικά κατάληξαν στα ίδια πάλι λόγια:

 φιλία, κατανόηση, εμπιστοσύνη. 

Όμως γιατί αυτός ο κόμπος εδώ στο στήθος...;


 Γιατί υποχρεωτικά να μιλήσω; 

Μου είπες: οι αναμνήσεις είναι η ζωή.


 Νόμισε πως όλα τα είχε γράψει για εκείνη, 

 μα εκείνη δεν είχε ακόμα γεννηθεί..."

...

Μανόλης Αναγνωστάκης / Νεφέλη

*


"Μερικές από τις γυναίκες που ερωτεύτηκα υπήρξαν."  

Θάνος Σταθόπουλος /  Η ώρα / Ίκαρος




"Να Μάθεις  να φεύγεις! 

Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών. 

Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν. 

Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας.


 Να φεύγεις ! 

Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές, μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς.

 Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε ενθύμια, 

ούτε ζακέτες για το δρόμο. 

Να τρέχεις μακριά από δήθεν καταφύγια κι ας έχει έξω και χαλάζι. 

Να μάθεις να κοιτάς βαθιά στα μάτια όταν λες αντίο

 κι όχι κάτω ή το άπειρο.


Να εννοείς τις λέξεις σου, μην τις εξευτελίζεις, σε παρακαλώ.

 Να μάθεις να κοιτάς την κλεψύδρα,

 να βλέπεις πως ο χρόνος σου τελείωσε.

 Όχι αγκαλιές, γράμματα, αφιερώσεις,

 κάποτε θα ξανασυναντηθούμε αγάπη μου

 -όλα τα βράδια και τα τραγούδια δεν θα είναι ποτέ δικά σας

-αποδέξου το.


 Να αποχωρίζεσαι τραγούδια που αγάπησες, μέρη που περπάτησες.

 Δεν έχεις τόση περιορισμένη φαντασία όσο νομίζεις. 

Μπορείς να φτιάξεις ιστορίες ολοκαίνουριες, με ουρανό κι αλάτι.

 Να θυμίζουν λίγο φθινόπωρο, πολύ καλοκαίρι

 κι εκείνη την απέραντη Άνοιξη.

 Να φεύγεις από εκεί που δε σου δίνουν αυτά που χρειάζεσαι. 

Από το δυσανάλογο, το μέτριο και το λίγο. 


Να απαιτείς αυτό που δίνεις να το παίρνεις πίσω 

-δεν τους το χρωστάς. 

Να μάθεις να σέβεσαι την αγάπη σου, 

το χρόνο σου και την καρδιά σου. 

Μην πιστεύεις αυτά που λένε

 -η αγάπη δεν είναι ανεξάντλητη, τελειώνει.

 Η καρδιά χαλάει, θα τη χτυπάς μια μέρα και δεν θα δουλεύει. 

Να καταλάβεις πως οι δεύτερες ευκαιρίες

 είναι για τους δειλούς

 -οι τρίτες για τους γελοίους. 


Μην τρέμεις την αντιστοιχία λέξεων-εννοιών, 

να ονομάζεις σχέση τη σχέση, την κοροϊδία κοροϊδία. 

Να μαλώνεις τον εαυτό σου καμιά φορά που κάθεται

 και κλαψουρίζει 

-σαν μωρό κι εσύ κάθεσαι και του δίνεις γλειφιτζούρι

 μη και σου στεναχωρηθεί το βυζανιάρικο.

 Να μάθεις να ψάχνεις για αγάπες που θυμίζουν Καζαμπλάνκα

 – όχι συμβάσεις ορισμένου χρόνου.


 Και να μάθεις να φεύγεις 

από εκεί που ποτέ πραγματικά δεν υπήρξες.

 Να φεύγεις κι ας μοιάζει

 να σου ξεριζώνουν το παιδί από τη μήτρα. 

Να φεύγεις από όσα νόμισες γι’ αληθινά,

 μήπως φτάσεις κάποτε σ’ αυτά."


 ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ 




...ποιὀς διεύθυνε τὰ ἰδεώδη μάτια τῆς νυχτός, 

ν᾽ ἀνεύρει τί στερούμεθα,

 κι' ἀνεῦρε ὅ,τι ἐλπίζαμε... 

Τ. Κ. Παπατσώνης / Σταυροδρόμι


Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021


 
"Γιατί όμως η αλήθεια γεννά μίσος ; 

Γιατί ακριβώς η αλήθεια αγαπιέται τόσο,

ώστε αν κάποιος αγαπά κάτι άλλο 

θέλει αυτό που αγαπά να είναι η αλήθεια,

κι επειδή οι άνθρωποι δε θέλουν ν' απογοητεύονται 

δε θέλουν ν' αποδειχτεί ότι εξαπατήθηκαν". 

Βάλτερ Σούμπαρτ / Θρησκεία και έρως / Ολκός



ΣΤΑΜΑΤΑΜΕ ΝΑ ΑΝΑΠΝΕΟΥΜΕ!

Facebook Hospital




Πρώτα νιώθουμε...

Μετά  πέφτουμε...

James Joyce

...ευτυχείς όσοι δεν νιώθουν τίποτα... 


Παρατηρούμε συχνά στη διαδικασία της γνώσης τη  συμπεριφορά του μεθυσμένου, κατά το γνωστό ανέκδοτο, έχασε τα κλειδιά του αυτοκινήτου του και τα ψάχνει μέσα στη νύχτα. Ένας αστυνομικός τον βλέπει να ψάχνει κάτω από ένα φανάρι και τον βοηθάει να ψάξουν μαζί. Μετά από λίγο ρωτά αν είναι σίγουρος ότι τα έχασε εκεί και ο μεθυσμένος απαντά όχι, τα έχασα στο  πάρκο. Τότε  έκπληκτος  απορεί γιατί ψάχνει κάτω από το φανάρι και ο μεθυσμένος απαντά "διότι εκεί υπάρχει φως".

Ιωσήφ Σηφάκης / Κατανοώντας και αλλάζοντας τον κόσμο 

...πόσες φορές "μεθυσμένοι" δεν ψάχνουμε

 τα χαμένα "κλειδιά" των επιθυμιών μας

κάτω από το "φανάρι" που φωτίζει αυτό που μας αρέσει,

μακριά από εκεί που τα έχουμε χάσει...

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021


"Πέρασα μπροστά από τόσες πόρτες

 μέσα στο διάδρομο των χαμένων φόβων 

και των φυλακισμένων ονείρων,

 άκουσα πίσω απ' τις πόρτες δέντρα που τα βασάνιζαν 

και ποταμούς που προσπαθούσαν να τους δαμάσουν. 


Πέρασα μπροστά απ' τη χρυσή πόρτα της γνώσης

μπροστά από πόρτες που έκαιγαν και δεν ανοίγαν,

 μπροστά από πόρτες που κουράστηκαν 

να μένουν πολύ καιρό κλειστές 

κι από άλλες σαν καθρέφτες 

απ' όπου περνούσαν μόνο οι άγγελοι. 


Υπάρχει όμως μια πόρτα απλή,

 δίχως σύρτη ούτε μάνταλο 

στο βάθος του διαδρόμου, απέναντι απ' το ρολόι

 η πόρτα που οδηγεί πέρα από σένα- 

κανένας  δεν τη σπρώχνει ποτέ." 

Ivan Goll


"Θα έρθει η στιγμή

που με συγκίνηση

 θα καλωσορίσεις τον εαυτό σου

 φθάνοντας στην πόρτα σου, 

 μπροστά στο δικό σου καθρέπτη, 

θα χαμογελάσεις στο καλωσόρισμα

 θα καθίσετε να φάτε, 

θα αγαπήσεις και πάλι τον ξένο που ήταν ο εαυτός σου.

 Δώσε κρασί. Δώσε ψωμί. Δώσε πίσω την καρδιά σου,

 στον ξένο που κάποτε σε αγάπησε."

 Derek Walcott / Love After Love




Το αγαπώ είναι ρήμα με το οποίο είναι δύσκολη η σύζευξη. Το παρελθόν του δεν είναι απλό, το παρόν του δεν είναι ενδεικτικό και το μέλλον του δεν διαγράφεται παρά υπό άγνωστους όρους.
Jean Cocktail


"Το να είσαι σουρεαλιστής* σημαίνει 

να εξορίζεις από το μυαλό ό,τι έχει δει 

και να αναζητάς ό,τι δεν έχει δει." 

René Magritte

 *υπερρεαλιστής

... πόσες φορές δεν σου έχουν  πει τα μάτια σου,

αυτά που έβλεπες, 

ότι ήσουν τυφλός. ..

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021


...όταν είναι χημικός...


"Για να κρίνεις κάτι σωστά 

πρέπει ν' απομακρυνθείς λίγο απ' αυτό, 

αφού το έχεις αγαπήσει. 

Αυτό αληθεύει για τις χώρες,

 τους ανθρώπους 

και τον εαυτό σου."

André Gide

"Πρέπει να ξέρεις πώς να δανείζεσαι στο όνειρο

 όταν το όνειρο σου δανείζεται."

 Albert Camus




"Έρχεται μια στιγμή 

που μετά από μια ολόκληρη ζωή στο να προσθέτεις,

 αρχίζεις να αφαιρείς. 

Αφαιρείς τα τρόφιμα που σου κάνουν κακό. 

Αφαιρείς τα ρούχα που σου είναι πολύ στενά ή πολύ φαρδιά. 

Αφαιρείς τα περιττά που ξέχασες στα συρτάρια 

μαζί με την παλιά πεποίθηση ότι δεν θα είναι καλά. 

Αφαιρείς την καρδιά σου από τα μέρη όπου δεν υπάρχει αγάπη.

Αφαιρείς το χρόνο που αφιέρωσες κυνηγώντας ανθρώπους.

 Αφαιρείς το βλέμμα σου από εκείνους που σε πλήγωσαν. 

Αφαιρείς τη δύναμη από το παρελθόν. 

Αφαιρείς τις ενοχές από τις ιστορίες σου 

και το βλέμμα αυτών που μιλούν πίσω από την πλάτη σου. 

Αφαιρείς τα ζιζάνια γύρω από τα όνειρά σου, 

τους συμβιβασμούς που κάνουν τις επιλογές σου βρώμικες,

 τα επιτρεπόμενα ναι για να προσαρμοστείς.

 Ο Αληθινός Πλούτος δεν είναι να Προσθέτεις, 

αλλά να Αφαιρείς."

Manuela Toto




Δεν είναι αλήθεια ότι ξεχνάω τους ανθρώπους. 

Τούς βάζω μόνο σε μια γωνιά της ζωής μου 

που δεν θα ξαναδώ ποτέ. 

Τούς έβαλα σε αυτή τη γωνία απλά επειδή 

θα κουβαλάω μαζί μου μόνο την εμπειρία της συνάντησης 

που μου έχουν αφήσει. 

Δεν ξεχνώ τους ανθρώπους στην πραγματικότητα... 

Τους θυμάμαι όλους πολύ καλά! 

Και γι' αυτό ακριβώς δεν τους ξεχνώ 

κάποιοι από αυτούς θα συνεχίζουν μαζί μου

 και άλλοι θα μένουν σε εκείνη τη γωνιά 

που λέγεται "παρελθόν"! 

Τίποτα δεν ξεχνιέται και τίποτα δεν σβήνεται, 

αλλά υπάρχει ένας κανόνας που λατρεύω να ακολουθώ.

 Πρώτα απ' όλα και αυτό είναι που πρέπει να επιλέξεις 

ποιος γίνεται "Παρελθόν", 

ποιος αξίζει να είναι "Παρών" 

και ποιος θα τιμηθεί να ανήκει στο "Μέλλον".

Σελίδα:
Γνωμικα και Αποφθέγματα (Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα)


Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021


Ο κύριος Κόινερ είπε: Κάποια φορά, πήρα κι εγώ αριστοκρατική στάση (ξέρετε, ευθυτενής, αγέρωχος, με το κεφάλι πολύ ψηλά). Στεκόμουν σε νερό που ανέβαινε, κι όταν μου έφτασε στο σαγόνι, αναγκάστηκα να πάρω τη στάση αυτή. 

Μπέρτολτ Μπρεχτ / Μια αριστοκρατική στάση


Το βασικό στοιχείο μιας καλής συζήτησης

 δεν είναι τόσο η εξυπνάδα, 

όσο η εμπιστοσύνη." 

Λα Ροσφουκώ

οπότε

"Δεν υπάρχει αυτό που λέμε συζήτηση.

 Είναι μια ψευδαίσθηση.

 Υπάρχουν διασταυρούμενοι μονόλογοι, 

αυτό είναι όλο."

 Rebecca West


Κάτι σχετικά με την αξιοπιστία της γλώσσας με φέρνει σε αμηχανία. Όταν είχα γνωρίσει την Νάνσι, έλεγα μέσα μου σαν μαγεμένος: "πως θα μπορούσα;πoτέ να φανταστώ πως υπάρχει ένα τέτοιο  πλάσμα;" Κι όταν εκείνη έφυγε από κοντά μου, όταν με παράτησε κυριολεκτικά από τη μια μέρα στην άλλη, αναγκάστηκα, προς μεγάλη μου έκπληξη, να δια πιστώσω ότι έλεγα και πάλι ακριβώς το ίδιο: "πως θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως υπάρχει ένα τέτοιο  πλάσμα;
Ζαν-Ζακ Σεμπέ / Αμηχανία 
Μεγάλοι συγγραφείς γράφουν μικρές ιστορίες του κόσμου
Εκδόσεις γνώση


Θεέ μου, δώσε μας τη χάρη να

 αποδεχτούμε με γαλήνη 

τα πράγματα που δεν μπορούν να αλλάξουν, 

το θάρρος να αλλάξουμε τα πράγματα 

 που θα μπορούσαν να αλλάξουν, 

και τη σοφία να διακρίνουμε τα μεν από τα δε.

 Reinhold Niebuhr / The Serenity Prayer

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

"Δεν γνωρίζω το όνομά του.
Στα τέλη Ιουνίου βγάζει ένα υπέροχο μπλε λουλούδι
που ο χρόνος ζωής του είναι μια μέρα.
Το φυτό δουλεύει ένα ολόκληρο χρόνο για να
δημιουργήσει αυτό το μικρό εφήμερο λουλούδι.
Το παρακολουθώ κάθε καλοκαίρι και μαθαίνω
το αληθινό δόσιμο της ύπαρξης και της ομορφιάς."
Χ

Βαδίζω σ' ένα μοναχικό δρόμο. Απολαμβάνω τον αέρα, τον ήλιο, τα πουλιά. Απολαμβάνω που τα πόδια μου με πάνε όπου εκείνα θέλουν. Στη μια άκρη του δρόμου βρίσκω ένα σκλάβο που κοιμάται. Πλησιάζω και διαπιστώνω ότι ονειρεύεται. Από τα λόγια και τις εκφράσεις του μαντεύω...

Ξέρω τι ονειρεύεται:
Ο σκλάβος ονειρεύεται ότι είναι ελεύθερος.
Η έκφραση στο πρόσωπο του δείχνει γαλήνη, ειρήνη.
Αναρωτιέμαι...
Πρέπει να τον ξυπνήσω και να του πω ότι είναι μόνο ένα όνειρο;
Πρέπει να μάθει ότι εξακολουθεί να είναι σκλάβος;
΄Η πρέπει να τον αφήσω να κοιμηθεί όσο μπορεί, απολαμβάνοντας, έστω και στο όνειρο του, τη φανταστική του πραγματικότητα;
Ποια είναι η σωστή απάντηση;...πρόσθεσε ο Χόρχε.

Ανασήκωσα τους ώμους.
-Δεν υπάρχει σωστή απάντηση, συνέχισε. Ο καθένας πρέπει να βρει τη δική του απάντηση, και δεν μπορείς να την αναζητήσεις έξω από τον εαυτό σου.
-Νομίζω ότι θα έμενα άγαλμα μπροστά στο σκλάβο, δίχως να ξέρω τι να κάνω, είπα.
-Θα σου δώσω μια μικρή βοήθεια που ίσως μπορεί να σου φανεί χρήσιμη σε ορισμένες περιπτώσεις. Προτού πετρώσεις σαν άγαλμα, πλησίασε το σκλάβο και κοίταξε τον. Αν ο σκλάβος είμαι εγώ, μη διστάσεις:
Ξύπνα με!

Χόρχε Μπουκάι / Ο σκλάβος


Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2021

Ευτυχία είναι

να είσαι το  πιο επιτυχημένο πρόσωπο  

στον κόσμο 

σου.


Τα πλοκάμια της κολοκυθιάς
σχηματίζουν
ένα δεξιόστροφο "ελατήριο" στο ένα άκρο 
και ένα αριστερόστροφο στο άλλο
προκειμένου να αναρριχηθεί. 
Η φύση διδάσκει!
Για να αναρριχηθείς,
ως κολοκύθα,
πρέπει να απλώσεις
και δεξιόστροφα και αριστερόστροφα πλοκάμια. 


ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ, στη μέση ενός χωματόδρομου, τότε πού υπήρχανε ακόμα χωματόδρομοι, ζούσε μια πέτρα. Μάνα, πατέρα δεν γνώρισε κι ούτε ήξερε πότε γεννήθηκε. Οι πέτρες, όπως ξέρετε, ζούνε τόσα πολλά χρόνια, που ξεχνούν την ηλικία τους. Πολλές απ’ αυτές μάλιστα είναι τόσο αρχαίες όσο κι η πέτρινη εποχή, αν έχετε ακουστά. Μια πέτρα όμως, ακόμα κι αν είναι τόσο αρχαία, μπορεί να είναι ασήμαντη. Ή, για να το πω καλύτερα, όλες οι πέτρες είναι ασήμαντες, έκτος από εκείνες που γινήκανε αγάλματα ή ναοί ή από εκείνες που τις λεν λίθους, πολύτιμους και που τις κρύβουν μέσα σε κουτιά από σίδερο.
H δική μας πέτρα ήταν εντελώς ασήμαντη-δεν άξιζε ούτε για να την κλοτσήσει κανείς. Μικρή κι ασουλούπωτη, δεν ήταν ούτε στρογγυλή ούτε τετράγωνη ούτε μακρόστενη. Το χρώμα της, ξέθωρο γκρίζο, την έκανε ακόμα πιο ασήμαντη, γιατί κι ο δρόμος είχε το ίδιο χρώμα και με δυσκολία την ξεχώριζες. Η ασημαντότητα της αυτή είχε βέβαια και τα καλά της. Ένα απ’ αυτά το ‘παμε κιόλας: κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να την κλοτσήσει. Εν’ άλλο ήταν ότι κανείς ποτέ δεν σκέφτηκε με τη βαριά του να την κομματιάσει ή να τη μεταφέρει έξω απ’ το δρόμο, γιατί, έτσι μικρή που ήτανε, τόπο δεν έπιανε κι ο δρόμος έμενε ελεύθερος.
Ζούσε, λοιπόν, ειρηνικά την πέτρινη ζωή της, που ήταν βέβαια λίγο μονότονη, αλλά αυτό κα θόλου δεν την ενοχλούσε, γιατί, αφού δεν ήξερε τί δεν είναι μονοτονία, δεν ήξερε ούτε τί είναι. Μια μέρα όμως έμαθε. Εκείνη τη σημαδιακή, για τη ζωή της πέτρας, μέρα, εν’ αγόρι, που ήθελε να σκοτώσει ένα σπουργίτι ή να σπάσει κάποιο γλόμπο και δεν έβρισκε άλλη πέτρα, πιο κατάλληλη, τη μάζεψε απ’ το δρόμο, την έβαλε στη σφεντόνα του και την τίναξε στον αέρα, ψηλά και μακριά. Ευτυχώς, επειδή ήταν ατζαμής, δεν πέτυχε τον στόχο του, πέτυχε όμως, δίχως να το ξέρει, ν’ αλλάξει τη ζωή της πέτρας. Δίχως να το ξέρει, της έδειξε πως δεν ήταν πλασμένη μόνο για να σέρνεται στον δρόμο, μα πώς μπορούσε και να πετάξει, κι ακόμη πώς ο δρόμος δεν ήτανε ο κόσμος όλος αλλά μονάχα ένα μέρος του, και μάλιστα όχι το πιο ωραίο, γιατί η πέτρα, όταν τέλειωσε το πέταγμα της, βρέθηκε μέσα σ’ έναν κήπο.
Ο κήπος αυτός, τώρα, αν και δεν ήτανε καθόλου μαγεμένος, όπως συμβαίνει συνήθως με τους κήπους των παραμυθιών, ήταν χαρά των ματιών να τον βλέπεις. Και τί δεν ήταν φυτεμένο εκεί! Κρεμμύδια και ντομάτες και φασολάκια πράσινα κι αγγούρια, αλλά και λουλούδια, πολλά λουλούδια και διάφορα, γαρίφαλα και τριαντάφυλλα (τριαντάφυλλα και εκατόφυλλα) και κρίνα και βιολέτες και ντάλιες και γεράνια, πολλά γεράνια. Άσε πια τα μυριστικά, βασιλικούς και δυόσμους κι αρμπαρόριζες και δεντρολιβανιές και μαντζουράνες. Μ’ άλλα λόγια, ό κήπος ήταν κήπος κι όχι ποδοσφαιρικό γήπεδο, όπως εκείνοι οι κήποι με το κουρεμένο σύρριζα γρασίδι.
Φανταστείτε τώρα το ξάφνιασμα της πετρούλας, πρώτα απ’ το ταξίδι της στον αέρα κι ύστερα απ’ τον καινούργιο αυτόν κόσμο, πού τόσο ξαφνικά ανακάλυψε. Όσο για το πέσιμο της, αυτό δεν είχε διόλου άσχημες συνέπειες, γιατί, όπως οι πέτρες δεν έχουν ούτε χέρια ούτε πόδια ούτε κεφάλι, δεν κινδυνεύουνε να σπάσουν τίποτε πέφτοντας στο χώμα, όταν μάλιστα αυτό είναι το αφράτο χώμα ενός κήπου.
Το μεγάλο ξάφνιασμα της κράτησε βέβαια πολύ λίγο, όσο βρισκότανε ακόμη στον αέρα, πάνω απ’ τον κήπο, γιατί μόνο από κει μπόρεσε να δει όλο το θαύμα πού απλωνόταν από κάτω της. Απ’ τη στιγμή πού βρέθηκε στο χώμα και μετά, μπορούσε να βλέπει μόνο ό,τι βρισκότανε πολύ κοντά της, δηλαδή μια ντοματιά, μια γαριφαλιά και δυο ρίζες βασιλικό. Σιγά σιγά όμως γνώρισε κι άλλα πράματα, σπουδαία, πού ποτέ πριν δεν είχε φανταστεί την ύπαρξη τους. Γνώρισε τις μέλισσες και το ατέλειωτο παιχνίδι τους μέ τον ήλιο και τα λουλούδια, τα μακριά κοκκινοσκούληκα, πού βγάζαν πότε πότε το κεφάλι έξω απ’ τις τρύπες τους για να δουν πώς παν τα πράγματα στο φώς, τα μερμήγκια, πού σκαρφάλωναν πάνω της αγκομαχώντας, κουβαλώντας τεράστια ψίχουλα, κάτι περίεργα μυγιάγγιχτα ζουζούνια, πού, στο παραμικρό άγγιγμα, μαζεύονταν και γίνονταν μικρά σκληρά μπαλάκια…
Η πετρούλα πέρασ’ εκεί μιαν άνοιξη κι ένα καλοκαίρι, και στις αρχές του φθινοπώρου, με τα πρωτοβρόχια, ανακάλυψε με χαρμόσυνη ανατριχίλα, πού έφτανε ως τα βάθη της πέτρινης καρδίας της, ότι είχε αρχίσει ν’ αλλάζει χρώμα και, από γκρίζα κι αναιμική πού ήτανε, ν’ αποκτά μια πρασινωπή, όλο υγεία όψη. Ή χαρά της όμως αυτή δεν κράτησε πολύ. Ένα φθινοπωριάτικο απογευματάκι, από κείνα πού ή γλύκα τους μεθάει τα χρυσάνθεμα και τα κάνει να θέλουν ν’ αποχωριστούν τις ρίζες τους και να πετάξουνε στον ουρανό σαν χρυσορόδινα συννεφάκια, ένα τέτοιο λοιπόν απογευματάκι, ενώ ήταν απορροφημένη απ’ τον αγώνα ενός μερμηγκιού πού προσπαθούσε να σηκώσει ένα σποράκι, ένιωσε μια δύναμη να τη σηκώνει σαν πούπουλο στον αέρα. Πριν καταλάβει καλά καλά τί της γινότανε, πριν ακούσει καν τον κηπουρό να μουρμουρίζει "μπα, μια πέτρα!", βρέθηκε να κάνει τη δεύτερη πτήση στη ζωή της και, περνώντας πάνω απ’ τη μάντρα του κήπου, να προσγειώνεται στο σκληρό γκρίζο δρόμο, απ’ τον όποιο νόμιζε πώς είχε φύγει πια για πάντα.
Καταλαβαίνετε τώρα την απελπισία της μετά από τόση ομορφιά πού είχε ζήσει, να ξαναβρεθεί στη μέση της ίδιας της παλιάς, μονότονης ασκήμιας… Στην αρχή ήθελε να πεθάνει και προσευχόταν να περάσει από πάνω της ό τροχός κανενός οδοστρωτήρα και να την κάνει σκόνη. Αργότερα, όταν της πέρασε ή πρώτη, μεγάλη πίκρα, άρχισε να ονειρεύεται ότι θα ξαναπερνούσε από κει ό μικρός πρίγκιπας, ό πιτσιρίκος με τη σφεντόνα, κι ότι θα την ξαναπέταγε μες στον παράδεισο της.
Τα χρόνια όμως περνούσαν κι ό μικρός πρίγκιπας, πού στο μεταξύ έγινε ένας μεγάλος μπακάλης, ποτέ δεν ξαναπέρασε από κει. Η πέτρα, βέβαια, πού δεν ξέρει (κι ούτε θέλει να μάθει) από χρόνια, ηλικίες κι άλλα τέτοια, ποτέ δεν έπαψε, κι ούτε θα πάψει, να ονειρεύεται τον κήπο της, ακόμη και τώρα πού βρίσκεται θαμμένη κάτω από ένα παχύ στρώμα ασφάλτου κι ο παράδεισος της δόθηκε αντιπαροχή για πολυκατοικία.
Επιμύθιο I: Καλύτερα ν’ αποχτήσεις κάτι κι ας το χάσεις, παρά να μην αποχτήσεις ποτέ τίποτε.
Επιμύθιο II: Πατάτε με σεβασμό την άσφαλτο. Από κάτω της υπάρχουν πέτρες πού ονειρεύονται κήπους.
Αργύρης Χιόνης