Η προσδοκία του ταξιδιού

Θα προσπαθήσουμε να ταξιδέψουμε στο κυανού της τέχνης και του πολιτισμού, όπου εκείνο που βαραίνει περισσότερο στις εκτιμήσεις μας είναι ακριβώς η έλλειψη βαρύτητας. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνούμε με το τηλεγραφείο των σκέψεων, με γλώσσα που περνάει από το τρυπητό που αφήνει απ΄έξω τα απόφλουδα...Με την ελπίδα να υπάρξουν ρινίσματα χρόνου που θα ψιθυρίσουμε: Λίγο θέλω ακόμη για ν΄αποσπαστώ από το έδαφος και να παίξω με τις πατούσες μου μιαν άλλου είδους κιθάρα...

Η εντοπισμένη εδώ προσδοκία είναι η αλληλεπίδραση μας με επίγνωση της αδυναμίας, με φορείς αλληλεπίδρασης, αναγκαίους κατά τη Φυσική, σκέψεις, εικόνες, ήχους που προσφέρουν Αυτοί που μας δείχνουν πόσο λανθασμένα, ίσως, συλλάβαμε την δωρεά της ζωής. Έρανος σκέψεων, λοιπόν, ήχων που παράγουν εικόνες που δεν τις βλέπουν τα μάτια, εικόνων που παράγουν ήχους που δεν τους ακούν τα αυτιά, και μοιρασιά της συγκομιδής. Με τιμή στην ατίμητη τιμή αυτών των διαλεχτών της τέχνης και του πολιτισμού που απλόχερα τα προσφέρουν...

Ας ζήσουμε τουλάχιστον την προσδοκία του ταξιδιού, που είναι πιο σημαντική από την πραγματοποίησή του. . .


Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2021

 

Τώρα θὰ κοιτάζεις μία θάλασσα. 


 Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω

 στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν

 ἔτσι σὲ βρίσκει: 

πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία. 


 Ἐκεῖ δὲν ἔχει ἀκόμα νυχτώσει

 κι ἂς νύχτωσε τόσο ἐδῶ 

τῶν τόπων οἱ κρίσιμες ὧρες 

σπάνια συμπίπτουν.

 Κάτι σὰν φῶς καὶ οὔτε φῶς, 

ἡ ὥρα τοῦ ἑαυτοῦ σου ἔχει πέσει. 


 Χορεύουν φύκια

 κάτω ἀπ᾿ τὸ τζάμι τοῦ νεροῦ. 

Τὰ ρηχά, ἔχουν κι αὐτὰ 

τὰ βάσανά τους καὶ τὰ γλέντια τους.


 Τώρα θὰ ἔχουν λύσει τὰ μαλλιά τους

οἱ ἁγνὲς ἡσυχίες τριγύρω 

μὲ τὴ σιωπή σου θὰ τὶς κάνεις

 γυναῖκες σου ἐκπληρωμένες. 

Ξαπλώνουν δίπλα σου. 

Ἡ σκέψη σου στερεώνει σκαλοπάτια στὸν ἀέρα

 κι ἀνεβαίνει. Σὲ κρατάει στὸ ράμφος της.

 Ποῦ ξέρω ἐγὼ τὰ εὐαίσθητα σημεῖα τοῦ πελάγους 

γιὰ νὰ σὲ καταλάβω;


 Θὰ κοιτάζεις μία ἔρημη θάλασσα. 

Τὸ βλέμμα σου δὲν παραλλάζει 

ἀπὸ πλαγιὰ ποὺ γλυκὰ

 καὶ μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει

 κατρακυλώντας μὲς στὴν ἀπομάκρυνση.

 Ἀναπνέεις μὲ τὸ στέρνο τῶν μακρινῶν ἠρεμιῶν, 

ποὺ ἔχω γι᾿ αὐτὲς διαβάσει 

στοὺς πολύτομους κόπους ποὺ ἔδεσα. 

Σ᾿ ἕνα ἀβαθῆ σου στεναγμὸ βούλιαξε ἕνα βαπόρι.

 Δὲν θὰ ἤτανε βαπόρι. Θὰ ἤτανε σκιάχτρο 

στὰ ὑγρὰ περβόλια τῆς φυγῆς 

νὰ μὴν πηγαίνουν οἱ διαθέσεις 

νὰ τὴν τσιμπολογᾶνε. 


 Ἡ τερατώδης τοῦ πελάγους δυνατότητα,

ἡ κίνηση τοῦ πλάτους,

 φθάνει στὰ πόδια σου ἀφρός,

 ψευτοεραστὴς στὰ πρῶτα βότσαλα. 

Τοὺς σκάει ἕνα φιλὶ καὶ ξεμεθάει.


 Τώρα, θὰ σοῦ ἔχουν πεῖ ὅ,τι εἶχαν νὰ σοῦ ποῦν 

Οἱ ἀναδιπλώσεις τῶν κυμάτων

 καὶ θὰ ἐπιστρέφεις κάπου.

 Θὰ παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,

 μιὰ ἄλλη ἅπλα, ἀλλοῦ γυμνὴ κι ἀλλοῦ ντυμένη μὲ βλάστηση. 


 Ἡ σκέψη σου, μετὰ ἀπὸ τόση θάλασσα,

 κατέβηκε ἀπὸ γλάρος, 

βάζει τὸ δέρμα τῆς προσαρμογῆς καὶ χάνεται. 

Ὅπου εἶναι θάμνος, πράσινη 

ὅπου σκοτεινό, σκοτεινή.

 Ἐκεῖ ποὺ οἱ καλαμιὲς σπέρνουν ψιθύρους,

 ψιθυριστή, 

ὅπου περνάει ρίζα, ριζωμένη 

ὅπου κυλάει ρυάκι, ρέουσα 

κι ὅπου δαγκώνει ἡ πέτρα, πέτρινη. 


 Στὴν ψυχή σου δὲν φθάνει κανεὶς

 οὔτε διὰ ξηρᾶς οὔτε διὰ θαλάσσης. 


 Αὐτὸ τὸ δισκίο,

 τὸ ἀκουμπισμένο στὸ μαῦρο ἀτμοσφαιρικὸ τραπέζι,

 ποὺ τὸ περνᾷς κι ἐσύ, ὅπως κι οἱ ἄλλοι, γιὰ φεγγάρι, 

ἄσ᾿ το, δὲν εἶναι φεγγάρι. 

Εἶναι τὸ βραδινό μου χάπι

 τὸ ψυχοτρόπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου